ΑΡΧΙΚΗ

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Λογοτεχνία


ΓΙΑΤΙ ΕΓΩ;

Δεν έχω στόμα και θέλω να φωνάξω...
Δεν έχω μάτια και θέλω να κοιτάξω...
Δεν έχουν αναπτυχθεί τα χέρια μου και θέλω να αγγίξω τον κόσμο...
Δεν έχουν δυναμώσει τα πόδια μου και θέλω να τρέξω... μακριά... πολύ μακριά... έξω από αυτήν την κατάσταση...

«Η φωνή ενός εμβρύου προσπαθεί να ακουστεί, μάταια, η θλίψη του, που θα γεννηθεί σε μια χώρα με πόλεμο είναι απαρηγόρητη. Δεν φταίει εκείνο, δεν το επέλεξε, η μοίρα του τον προόρισε.»


Ακούω σειρήνες... «Μπαμ, Μπουμ» οι βόμβες να σκάνε δίπλα μας σαν πυροτεχνήματα.
Φοβάμαι... δεν θέλω να έρθω στον κόσμο... όχι τώρα... αργότερα, όταν θα ηρεμήσουν όλα. Μη, μανούλα κρατήσου, μην μου δίνεις το δώρο της ζωής, όταν γύρω μου οι άνθρωποι πεθαίνουν.
Μη, σε παρακαλώ μανούλα, έχω πολλές ανάγκες, δεν θα τα καταφέρουμε... Μη, μανούλα.

«Σπάσανε τα νερά, μια μητέρα μόνη της προσπαθεί ανήμπορη, να φέρει στον κόσμο το παιδί της.
Δυο λεπτά πέρασαν μέχρι να τη βρουν ημιλιπόθυμη μέσα σε μια λίμνη αίματος, είχε ποτίσει το χώμα με το νέκταρ της ζωής.
Την μετέφεραν στρατιώτες και την ετοίμασαν για την γέννα.»

_Είναι αγόρι, συγχαρητήρια.
(Σιωπή, δάκρια να κυλάνε από τα μάτια)
_Ηρεμήστε τώρα και θα σας δούμε αργότερα.


Μανούλα ηρέμησε, θα πάνε όλα καλά.



Βασιλική Κωνσταντινίδη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου